μαγίστρος

μαγίστρος
Ανώτατη αρχή στη διοικητική ιεραρχία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Επί Μεγάλου Κωνσταντίνου και κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο ο μ. είχε την εποπτεία της διοίκησης, ήταν αρχηγός της αυτοκρατορικής φρουράς, διεξήγαγε τις συνεννοήσεις με τις ξένες δυνάμεις και από τα τέλη του 4ου αι. ήταν υπεύθυνος της υπηρεσίας των αυτοκρατορικών ταχυδρομείων. Με τις διοικητικές μεταρρυθμίσεις που ακολούθησαν τις επόμενες περιόδους της βυζαντινής ιστορίας, οι ευθύνες του μ. μεταβιβάστηκαν σταδιακά σε άλλες διοικητικές αρχές. Έτσι για παράδειγμα από τον 8o αι. την ευθύνη της εξωτερικής πολιτικής και του αυτοκρατορικού ταχυδρομείου ανέλαβε ο λογοθέτης του δρόμου. Στους χρόνους της Μακεδονικής δυναστείας διατηρήθηκε μόνο ως τιμητικός ο τίτλος του μ., ο οποίος σύμφωνα με το Κλητορολόγιο του Φιλόθεου ήταν τέταρτος σε σειρά σπουδαιότητας.
* * *
μαγίστρος, ὁ (Μ)
γιατρός.
[ΕΤΥΜΟΛ. Το ουσ. μάγιστρος με καταβιβασμό τόνου από επίδραση τού μα(γ)ίστωρ].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • μάγιστρος — Ανώτατη αρχή στη διοικητική ιεραρχία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Επί Μεγάλου Κωνσταντίνου και κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο ο μ. είχε την εποπτεία της διοίκησης, ήταν αρχηγός της αυτοκρατορικής φρουράς, διεξήγαγε τις συνεννοήσεις με τις ξένες …   Dictionary of Greek

  • Θωμάς ο Μάγιστρος — (13ος αι. – αρχές 14ου αι.). Βυζαντινός λόγιος και γραμματικός. Ήταν γνωστός και με το μοναχικό του όνομα Θεόδουλος. Το μόνο γνωστό στοιχείο για τη ζωή του είναι ότι υπήρξε σύμβουλος του αυτοκράτορα Ανδρόνικου B’ του Παλαιολόγου (1282 1328).… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Ιστορία (Βυζάντιο, Τουρκοκρατία) — ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΧΡΟΝΩΝ Η ιστορία του Βυζαντίου, μακρόχρονη και περιεκτική σε γεγονότα, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Οικοδομημένη πάνω στα θεμέλια ενός οργανωμένου και ισχυρού ρωμαϊκού κράτους, κατέληξε σε μια δομή καθαρά… …   Dictionary of Greek

  • σκλήρος — I Ορεινός οικισμός (89 κάτ., υψόμ. 900 μ.), στην επαρχία Τριφυλίας του νομού Μεσσηνίας. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (23 τ. χλμ., 89 κάτ.). II Επώνυμο βυζαντινής οικογένειας. 1. Νικήτας. Πατρίκιος στα χρόνια του αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ’. Το… …   Dictionary of Greek

  • σκληρός — I Ορεινός οικισμός (89 κάτ., υψόμ. 900 μ.), στην επαρχία Τριφυλίας του νομού Μεσσηνίας. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (23 τ. χλμ., 89 κάτ.). II Επώνυμο βυζαντινής οικογένειας. 1. Νικήτας. Πατρίκιος στα χρόνια του αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ’. Το… …   Dictionary of Greek

  • Magister officiorum — The insignia of the Eastern magister officiorum as displayed in the Notitia Dignitatum: the codicil of his office on a stand, shields with the emblems of the Scholae regiments, and assorted arms and armour attesting the office s control of the… …   Wikipedia

  • Léon Choirosphaktès — (Λέων Χοιροσφάκτης), appelé en latin Leo Choerosphactes ou Leo Magister (Λέων ό Μάγιστρος), est un homme d État et écrivain byzantin dont la carrière publique se déroula essentiellement sous les règnes des empereurs Basile Ier le Macédonien (867… …   Wikipédia en Français

  • Ναΐτες — θρησκευτικό ιπποτικό τάγμα που ιδρύθηκε το 1118 με σκοπό την προστασία των προσκυνητών, οι οποίοι πήγαιναν στους Αγίους Τόπους, και την άμυνα της Παλαιστίνης από τους Σαρακηνούς. Τον πυρήνα του τάγματος αποτέλεσε ο ιππότης Ούγο ντε Παγιάν από την …   Dictionary of Greek

  • Ρόδος — Νησί της Δωδεκανήσου, το μεγαλύτερο του συμπλέγματος και το τέταρτο της Ελλάδας μετά την Κρήτη, την Εύβοια και τη Λέσβο) με έκταση 1.398 τ. χλμ. Μαζί με τα νησιά Τήλο, Σύμη, Χάλκη και Μεγίστη (Καστελόριζο) αποτελεί την πρώην επαρχία Ρόδου. Ρόδος… …   Dictionary of Greek

  • Ομπισόν, Πιερ ντ’ — Pierre d’ Aubusson, Oμπισόν Γαλλίας 1423 – Ρόδος 1503). Μέγας μάγιστρος των Ιωαννιτών ιπποτών της Ρόδου στην Ιερουσαλήμ. Καταγόταν από ευγενή οικογένεια. Ως στρατιωτικός, διακρίθηκε στους αγώνες εναντίον των μουσουλμάνων. Τελικά κατετάγη στο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”